Η Μεγάλη Είσοδος στη γλώσσα του λαού λέγεται «Άγια», και σημαίνει ακριβώς τη δεύτερη είσοδο μετά την πρώτη, που είναι η Μικρά Είσοδος. Θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τώρα όσα αναφέρονται στη Μεγάλη Είσοδο.
Ο αρχιερέας, όπως είδαμε, πλένει τα χέρια του, κι αυτή είναι μια συμβολική πράξη, που φανερώνει την ηθική καθαρότητα του λειτουργού. Παίρνει συγχώρηση από το λαό και ζητάει για όλους τη συγχώρηση του Θεού. Ύστερα γυρίζει και λέει στους ιερείς· «Εν ειρήνη επάρατε τας χείρας υμών εις τα άγια και ευλογείτε τον Κύριον». Ο ιερέας κι ο διάκονος παίρνουν τα τίμια δώρα και τα μεταφέρουν για να τα παραλάβει ο αρχιερέας, όπως περιγράφει την Μεγάλη Είσοδο ο Νικόλαος ο Καβάσιλας.
Αλλα έδώ πρέπει να σημειώσουμε δύο πράγματα, καθώς βλέπομε γι’ αυτά στα αρχαία λειτουργικά κείμενα. Πρώτα ότι στην ώρα του Χειρουβικού δεν παίρνουν όλοι «καιρό» ή συγχώρεση από το λαό παρά μόνο ο αρχιερέας ή ο πρώτος από τους ιερείς. Γιατί, καθώς φαίνεται και στην ευχή του Χειρουβικού, κι όταν γίνεται συλλείτουργο, ένας είναι εκείνος που προσφέρει τα τίμια δώρα και κάνει τη θυσία. Το δεύτερο, που πρέπει να μην παραλείψουμε να πούμε, είναι ότι ο αρχιερέας δεν πηγαίνει στην πρόθεση, αλλά λέει στους ιερείς «Εν ειρήνη επάρατε…» και περιμένει στην ωραία πύλη για να παραλαβή τα τίμια δώρα.
Συνηθίζεται σ’ αυτή την ώρα να πηγαίνει ο αρχιερέας στην πρόθεση όχι μόνο για να σηκώσει και να δώσει στον ιερέα και στον διάκονο τα τίμια δώρα, αλλά και για να βγάλει μερίδες και να μνημονεύσει ονόματα. Γίνεται έτσι, μαζί με τα άλλα, μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
Η ακολουθία της πρόθεσης, όπως είπαμε, είναι μια απλή προετοιμασία για τη θεία Λειτουργία, αλλά και η θέση και η στιγμή, που ο αρχιερέας μνημονεύει ονόματα, καθώς θα δούμε, είναι πιο κάτω στη θεία Λειτουργία. Μερικά πράγματα έγιναν συνήθεια με την αξίωση πως είναι τάχα αρχαία τάξη και παράδοση. Αλλά άλλο είναι παράδοση, πράγμα πολύ σεβαστό και πολύτιμο, κι άλλο η συνήθεια που τις περισσότερες φορές δεν δικαιολογεί τη θέση της. Η παράδοση είναι αλήθεια, αλλά κάθε συνήθεια δεν είναι παράδοση.
Ο Καβάσιλας, όταν κάνει λόγο για τη Μεγάλη Είσοδο, λέει τα εξής· «Ταύτα δε γίνεται κατά χρείαν…δύνανται δε ταύτα και σημασίαν έχειν της εσχάτης του Χριστού αναδείξεως». Δηλαδή η Μεγάλη Είσοδος γίνεται από μια πρακτική ανάγκη, να μεταφερθούν δηλαδή και να αποτεθούν τα τίμια δώρα στην αγία Τράπεζα. Και η μεταφορά αυτή γίνεται με κάθε εκκλησιαστική τάξη και ιερατική ευπρέπεια, «σεμνώς ως έξεστι και κοσμίως». Αλλα συγχρόνως η Μεγάλη Είσοδος συμβολίζει και έχει τη σημασία «της εσχάτης του Χριστού αναδείξεως», ότι δηλαδή είναι η τελευταία φανέρωση του Χριστού στο λαό, όταν πήγαινε από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα για το εκούσιο πάθος, όπως πάλι ερμηνεύει ένας άλλος βυζαντινός· «την από Βηθανίας προς Ιερουσαλήμ δηλοί του Κυρίου εισέλευσιν», Στην περιγραφή της Μεγάλης Εισόδου, ο Καβάσιλας λέει ότι ο ιερέας, κρατώντας τα τίμια δώρα στο ύψος της κεφαλής του, «μάλα κοσμίως έξεισι», βγαίνει και περνάει μέσα από το λαό με πολλή κοσμιότητα. Δυστυχώς αυτό δεν μπορούμε να το βεβαιώσουμε, γιατί πολλοί διάκονοι βγαίνοντας με τα Άγια, αρχίζουν να διαλαλούν με όλη τη δύναμη της φωνής τους «Πάντων υμών μνησθείη Κύριος ο Θεός…». Αυτό δεν υπάρχει πουθενά στις παλιές λειτουργικές φυλλάδες. Γι’ αυτό εμείς εδώ κάνομε κάτι, που εύκολα κάποιος θα μπορούσε να πει πως είναι καινοτομία.
Ο ιερέας, καθώς εισοδέύει, λέει την ευχή της πρόθεσης, έτσι που να ακούεται απ’ όλους. Αν λειτουργεί επίσκοπος, τότε εκείνος, περιμένοντας στην ωραία πύλη τα τίμια δώρα, λέει «εις επήκοον» την ευχή. Αυτή η ευχή, στη Λειτουργία του αγίου Ιακώβου, λέγεται από το λειτουργό μεγαλόφωνα ακριβώς αυτή την ώρα και από αυτή τη θέση. Έτσι και το «Πάντων υμών…», που δεν έχει θέση, δεν ακούεται, αλλά και η σύναξη ακούει την ευχή της προθέσεως, που είναι από τις ωραιότερες της θείας Λειτουργίας, καθώς την βλέπομε τώρα.
«Ο Θεός ο Θεός ημών, ο τον ουράνιον άρτον, την τροφήν του παντός κόσμου, τον Κύριον ημών και Θεόν Ιησούν Χριστόν εξαποστείλας σωτήρα και λυτρωτήν και ευεργέτην, ευλογούντα και αγιάζοντα ημάς· αυτός ευλόγησον την προθεσιν ταύτη και πρόσδεξαι αυτήν εις το υπερουράνιόν σου θυσιαστήριον μνημόνευσον, ως αγαθός και φιλάνθρωπος, των προσενεγκόντων και δι’ ους προσήγαγον, και ημάς ακατακρίτους διαψύλαξον εν τη ιερουργία των θείων σου μυστηρίων». Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε αυτή την πολύ περιεκτική ευχή, σχετικά με το θείο πρόσωπο και το έργο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
«Θεέ μας Θεέ μας, εσύ που έστειλες τον Κύριο μας και Θεό Ιησού Χριστό, τον ουράνιο άρτο, που είναι η τροφή όλου του κόσμου, για να είναι ο σωτήρας και λυτρωτής και ευεργέτης, να μας ευλογεί και να μας αγιάζει· εσύ ευλόγησε κι αυτήν εδώ την πρόθεση και δέξου την στο υπερουράνιο θυσιαστήριό σου. Σαν καλός που είσαι κι αγαπάς τους ανθρώπους, θυμήσου εκείνους που πρόσφεραν αυτά τα δώρα κι εκείνους για τους οποίους τα έφεραν εδώ, κι εμάς τους ιερείς φύλαξέ ....
Επισκ. +Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, Η Θεία Λειτουργία, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 281-288
Ещё видео!