Από τη δεκαετία του 1920, η επίσημη διάγνωση, παρακολούθηση και θεραπεία του διαβήτη έχει ως επίκεντρο τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.
Ωστόσο, ο ανθρώπινος οργανισμός είναι κατασκευασμένος ώστε να κινητοποιεί ισχυρούς μηχανισμούς γρήγορης απομάκρυνσης της γλυκόζης από το αίμα ώστε να μειωθούν οι βλάβες που προκαλεί η υπεργλυκαιμία. Αυτοί οι μηχανισμοί ενεργοποιούνται και καθοδηγούνται από την ινσουλίνη. Τα κύτταρα, υπό τις εντολές της ινσουλίνης, απορροφούν στο εσωτερικό τους τη γλυκόζη για να τη χρησιμοποιήσουν ως καύσιμο και εφόσον η ποσότητα ξεπερνά τις άμεσες ενεργειακές ανάγκες του κυττάρου να τη μετατρέψουν σε γλυκογόνο ή σε λίπος προς αποθήκευση.
Η συχνή κατανάλωση γευμάτων πλούσιων σε υδατάνθρακες, όπως εμφανίζεται στη συνήθη σύγχρονη δυτική διατροφή οδηγεί σε διαρκώς ψηλά επίπεδα γλυκόζης και κατά συνέπεια σε διαρκώς ψηλά επίπεδα ινσουλίνης. Σταδιακά ο οργανισμός αναπτύσσει αντίσταση στην ινσουλίνη, δηλαδή τα κύτταρα (κυρίως ηπατικά, λιπώδη και μυικά) εμφανίζουν μειωμένη ανταπόκριση στα ερεθίσματα της ινσουλίνης.
Αυτό ακριβώς είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη. Αυτή βρίσκεται στον πυρήνα της παθογένειας του διαβήτη, αλλά και πολλών άλλων ασθενειών. Ωστόσο, τα ιατρικά επιτελεία προτιμούν τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των παθολογικών εκδηλώσεων της αντίστασης στην ινσουλίνη παρά να πουν το αυτονόητο:
Την αντίσταση στην ινσουλίνη την προκαλεί η διατροφή ψηλών υδατανθράκων!
Ещё видео!