Καλλιτέχνης: ΛΕΞ
Έτος: 2022
Άλμπουμ: Μετρό
Στιχουργός: ΛΕΞ
Συνθέτης: ΛΕΞ
Γεννήθηκα με τον ομφάλιο λώρο γύρω απ’ το λαιμό μου μπλεγμένο
Και το χαίρομαι που ανασαίνω, δεν παίρνω τίποτα για δεδομένο
Ζυγίζω μονάχα εξήντα κιλά μα όσο και να φάω δε χορταίνω
Γι’ αυτό με λεν’ πεινασμένο, ζω κάθε βράδυ λες κι αύριο πεθαίνω
Ρωτάνε πού πήγε η ευφυΐα μου όταν τους λέω να πάρουν τα τρία μου
Πάντα δεν είχαμε μία το μόνο που μ’ έσωζε ήταν τ’ αρχίδια μου
Τ’ αδέρφια μου γίναν γονείς, κόρες και γιοι τους ξυπνάν τα χαράματα
Ρωτάω αν αξίζει τον κόπο να ελπίζεις σε θαύματα μες στα χαλάσματα
Τ’ αδέρφια μου γίνανε ράπερς και κάναν τ’ αδέρφια τους όλα περήφανα
Κοιμάμαι τις νύχτες μου ήρεμα, θα το κρατούσαν αν έφευγα σύντομα
Ζητάμε ευχές απ’ το δράκο, το αύριο να μην έρθει δύσκολο
Με το Σαντάμ και το Φίλιππο, Son Goku, Vegeta και Piccolo
Αν σταματήσω να παίζω το σπορ, θα κάτσω στον πάγκο να κάνω τον Κλοππ
Λοκάρω το στόχο σα να ‘μαι ρομπότ, δε βγαίνω απ’ το στούντιο αν δε νοιώσω ο goat
Κάθε χρονιά η χρονιά μας, το ‘παν οι μάγισσες κι οι χαρτορίχτρες
Γι’ αυτό ραπάρουν οι αλήτες, γιατί η πόλη ουρλιάζει τις νύχτες
Αυτό είναι για όλα τ’ αλάνια που ακούνε τρυπάνια και πίνουν ντουμάνια
Απ’ τους υπονόμους μέχρι τα ουράνια
Κυνηγητά στην οθόνη μου, περιστέρια κοιτάν’ το σαλόνι μου
Πριν φύγουνε απ’ το μπαλκόνι μου για να πετάξουνε πάνω απ’ την πόλη μου
Γυρνάν, κελαηδάνε τους στίχους, δε λένε ποτέ μυστικά μου σε τρίτους
Εγκλωβισμένος σε τέσσερεις τοίχους αν είχα φτερά θα πετούσα μαζί τους
Πάνω από τις γειτονιές, απ’ τους ακάλυπτους κι απ’ τις σκεπές
Απ’ τα μπαρμπέρικα, τα προποτζίδικα, τους σινεμάδες και τις εκκλησιές
Έχει ματάδες αντί για βοσκούς, δεν έχει χωράφια έχει εργατικές
Το πιο μεγάλο χωριό στην Ελλάδα μ’ ενάμιση εκατομμύριο ζωές
Ζούμε στη νύφη ίδιο παρόν και αβέβαιο μέλλον
Ευχαριστούμε το ραπ, το κάνει να φαίνεται τόσο ενδιαφέρον
Μαύρες σακούλες, μπουφάν με κουκούλες, zombies κάτω απ’ την ομπρέλα
Τα δικά μας παιδιά το γνωρίζουν καλά όταν βρέχει γαμιέται εδώ πέρα
Κάθε χρονιά η χρονιά μας, το ‘παν οι μάγισσες κι οι χαρτορίχτρες
Γι’ αυτό ραπάρουν οι αλήτες, γιατί η πόλη ουρλιάζει τις νύχτες
Αυτό είναι για όλα τ’ αλάνια που ακούνε τρυπάνια και πίνουν ντουμάνια
Απ’ τους υπονόμους μέχρι τα ουράνια
Γεννήθηκα με τον ομφάλιο λώρο γύρω απ’ το λαιμό μου μπλεγμένο
Και το χαίρομαι που ανασαίνω δεν παίρνω τίποτα για δεδομένο
Ζυγίζω μονάχα εξήντα κιλά μα όσο και να φάω δε χορταίνω
Γι’ αυτό με λεν’ πεινασμένο, ζω κάθε βράδυ λες κι αύριο πεθαίνω
------------------------------------------------------------------------------------
Τα δικαιώματα ανήκουν στους δημιουργούς. Το συγκεκριμένο κανάλι δεν λαμβάνει έσοδα από την δημοσίευση των τραγουδιών και τις διαφημίσεις που προβάλλονται.
Ещё видео!