Η ποίηση αυτού του λόγιου-αλήτη έλαμψε μέσα στα θολά απόνερα της προσωπικής του ζωής. Με γλώσσα τολμηρή, θύτης και θύμα ταυτόχρονα ενός τρόπου ζωής και μιας εξουσίας που ειρωνεύεται, οικτίρει και χλευάζει παρατηρώντας ταυτόχρονα με μάτι οξυδερκές και πονεμένο για τους παρίες και καταφρονεμένους. Οι αιώνες που μας χωρίζουν χαρίζουν μια αχλή στη σκιαγράφηση της ζωής του και στα «κατορθώματά» του, το έργο του όμως, αδιάψευστος μάρτυρας, μας καλεί να συμφωνήσουμε με αυτούς που αποκάλεσαν τον Βιγιόν πρόδρομο των «καταραμένων ποιητών».
Σε κάποια από τις περιπλανήσεις τα βήματά του τον φέρνουν στην αυλή του Δούκα της Ορλεάνης (ομότεχνού του ποιητή) στην πόλη Blois εκεί, στη διάρκεια ενός ποιητικού διαγωνισμού ο Βιγιόν έγραψε την ομώνυμη μπαλάντα, χωρίς ωστόσο να κερδίσει βραβείο ή κάτι, το αντίθετο μάλιστα, εξεδιώχθη της λογοτεχνικής αυλής του Δούκα! Η "Μπαλάντα του ποιητικού διαγωνισμού του Μπλουά" έγινε τραγούδι από τον Θάνο Μικρούτσικο το 2001 και απέδωσε όλο το δυναμισμό, την ειρωνεία και την κοινωνική διάσταση του ποιήματος. ‘Αλλωστε, αυτό που κάνει την ποίηση του Βιγιόν να διαφέρει από τους ομότεχνούς του ποιητές του μεσαίωνα δεν είναι ο τρόπος γραφής αλλά το στοιχείο της κοινωνικής αδικίας που εισάγει στα ποιήματά του.
Στίχοι: Francois Villon. Απόδοση: Σπύρος Σκιαδαρέσης
Μουσική-Ερμηνεία: Θάνος Μικρούτσικος
Βίντεο: Πλάνα από την ταινία του Σεργκέι Παρατζάνωφ "Το χρώμα του ροδιού" (The Color of Pomegranates) 1969
Πλάι στη βρύση πεθαίνω διψασμένος
Καίω σαν φωτιά και τρεμοτουρτουρώ
Στον τόπο μου ενώ ζω, είμαι τέλεια ξένος
Κοντά στη στιά τα δόντια κουρταλώ.
Σα σκούλικας γυμνός στολή φορώ
Γελώντας κλαίω χωρίς ελπίδα πια
Κουράγιο παίρνω απ`την απελπισιά
Χαίρουμαι, κι όμως δεν έχω χαρές
Θεριό είμαι δίχως δύναμη καμιά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
Στ`αβέβαιο πάντα βρίσκω τ`ορισμένως
Το ξάστερο το βλέπω σκοτεινό
Διστάζω για ό,τι πλέρια είμαι πεισμένος
Για κάθε ξαφνικό φιλοσοφώ
Κερδίζω και χαμένος θε να βγω
Όταν χαράζει, λέω: "Καλή νύχτιά !"
Ξαπλώνω, λέω: "Θα φάω καμιά βροντιά !"
Είμαι πλούσιος κι όλο έχω αδεκαριές
Μαγκούφης, καρτερώ κληρονομιά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
Έγνοιες δεν έχω, κι είμαι ιδεασμένος
Πλούτια να βρω, μα δεν τα επιθυμώ
Απ`όσους με παινάνε προσβαλμένος
Και κοροϊδεύω ό,τι είναι σοβαρό.
Φίλο έχω όποιον με πείσει πως γλυκό
Κελάηδημα είν`της κάργιας η σκουξιά
Για όποιον με βλάφτει λέω πως μ`αγαπά
Το ίδιο μου είναι κι οι αλήθειες κι οι ψευτιές
Τα ξέρω όλα, δε νιώθω τόσο δα
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.
Πρίγκιπά μου μακρόθυμε, καμιά
Γνώση δεν έχω και μυαλό σταλιά,
Μα υπακούω στους νόμους.Τι άλλο θες;
Πώς; Τους μιστούς να πάρω, είπες, ξανά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές;
Ещё видео!